Μαΐου 16, 2024

Ν. 4067/2012 (ΝΟΚ) - ΥΠΟΜΝΗΜΑ
 
Τα Πολεοδομικά και Ρυμοτομικά Σχέδια του ’50 και του ’60, αποτέλεσαν την βάση τόσο για την δόμηση όσο και για την επέκταση του συνόλου των ελληνικών πόλεων και οικισμών. Τα σχέδια αυτά χαρακτηρίζονται από στενές οδούς και από την έλλειψη κοινόχρηστων χώρων πρασίνου. Σε συνδυασμό με τους υψηλούς συντελεστές δόμησης καταλήγουν σε υψηλές πυκνότητες κατοίκησης (κάτοικοι/στρέμμα), ενώ επιπλέον το πρόβλημα επιτείνεται με τον υψηλό δείκτη κτήσης ιδιωτικών οχημάτων και την μεγάλη έλλειψη των αναγκαίων θέσεων στάθμευσης.
Οι παραπάνω παράμετροι οδηγούν ταυτόχρονα σε πολύ χαμηλή αναλογία κοινόχρηστου πρασίνου ανά κάτοικο (μ2 πρασίνου/άτομο). Ο υψηλός συντελεστής δόμησης καταλήγει σε υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) για ψύξη και θέρμανση των κελυφών, ενώ τα ήδη γερασμένα κελύφη απαιτούν μεγάλες ποσότητες ενέργειας, με την εξοικονόμηση ενέργειας -διαμέσου της ενεργειακής αναβάθμισης των κελυφών - να φαντάζει μακρινή επιδίωξη. Παράλληλα οι υψηλές πυκνότητες κατοίκησης επιβαρύνουν υπέρμετρα και τα υφιστάμενα δίκτυα υποδομής (ιδιαίτερα της ύδρευσης, της αποχέτευσης και της ενέργειας καθώς και των τηλεπικοινωνιών και των κάδων απορριμμάτων). Η έλλειψη επαρκούς φωτισμού, ηλιασμού και αερισμού αλλά και τα επίπεδα θορύβου καθώς και τόσο τα φαινόμενα της θερμής αστικής νησίδας και της θερμής αστικής κοιλάδας, επιτείνουν τις κακές συνθήκες διαβίωσης στις πόλεις μας.

Αυτό το ήδη επιβαρυμένο περιβάλλον διαβίωσης προσπάθησε να επιλύσει -ή έστω να εξομαλύνει- ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός (ΝΟΚ ή Ν. 4067/2012) με την θέσπιση περιβαλλοντικών κινήτρων στις πυκνοδομημένες περιοχές (άρθρο 10, Ν. 4067/2012). Ο ΝΟΚ επέτρεψε με την προσαύξηση του επιτρεπόμενου Συντελεστή Δόμησης (Σ.Δ.) μέχρι και 25% (άρθρο 10Α Ν. 4067/2012 που προστέθηκε με το άρθρο 103, Ν. 4759/2020). Επιπλέον, η προσαύξηση του συντελεστή δόμησης επιτυγχάνεται και με άλλα οριζόμενα στον ΝΟΚ (αρ. 11 Ν. 4067/2020, κλιμακοστάσια, έρκερ, σοφίτες κτλ). Αυτά επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο τις συνθήκες διαβίωσης, ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές. Παράλληλα, οι αποφάσεις των δικαστηρίων, όπως πχ του ΣΤΕ και των Διοικητικών Εφετείων, βασιζόμενες στην ατέλεια και την αλληλοεπικάλυψη πολλών διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας, την ανατρέπουν, με αποτέλεσμα την δημιουργία ενός κλίματος αβεβαιότητας ως προς το τελικά ισχύον θεσμικό πλαίσιο σε ότι αφορά την πολεοδόμηση και την οικοδόμηση σε όλες τις περιοχές της χώρας. Η πρόσφατη απόφαση του
ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/10179/322/30-01-23 για «αποσαφήνιση του ρυθμιστικού πεδίου της περ. β της παρ.5 του αρ.1 του Ν.4067/12 όσον αφορά τα ύψη», σαν θεραπεία στην μη έγκαιρη τοποθέτηση των αρμόδιων υπηρεσιών προς το Διοικητικό. Εφετείο, καταλήγει στο συμπέρασμα «σιωπηρώς καταργημένων διατάξεων νόμων» (!) και επιτείνει τελικά την «ανασφάλεια δικαίου» που υποτίθεται ότι θέλει να αντιμετωπίσει. Αντίστοιχα οι ασαφείς και συνεχώς τροποποιούμενες διατάξεις για την εκτός σχεδίου δόμηση με τις συνεχείς παρατάσεις των προθεσμιών ισχύος τους, καταργούν τον κάθε χωροταξικό σχεδιασμό και επιτρέπουν σε όργανα όπως το ΣΤΕ με την 176/23 απόφαση, να νομοθετήσουν καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων τους και κυρίως του γνωσιολογικού αντικειμένου των μελών τους, με τελικό αποτέλεσμα την άρνηση εφαρμογής όλων των σχετικών διατάξεων από τις ΥΔΟΜ. Οι ερμηνείες αυτές είναι πιθανόν να γίνουν η αφορμή για την πλήρη ανατροπή των άρθρων αυτών σε περιπτώσεις δικαστικών προσφυγών.

Η αποσπασματική και εμβαλωματική νομοθεσία με τις διαρκείς μεταβολές και τροποποιήσεις καθώς και η παντελής απουσία κωδικοποίησής της, έχουν αποτέλεσμα την δημιουργία έλλειψης ασφάλειας δικαίου. Οι μελετητές μηχανικοί, οι υπάλληλοι των ΥΔΟΜ αλλά και οι ελεγκτές δόμησης δεν γνωρίζουν με βεβαιότητα τι ακριβώς μελετούν, εγκρίνουν και ελέγχουν.

Επιπλέον, πέραν των κτιριολογικών, θεσμικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων, η παραγωγή κελυφών για χρήση κατοικίας ή διοίκησης ή τουρισμού ή εμπορίου βασίζεται σε αναλύσεις και εκτιμήσεις κόστους – οφέλους που έχουν σαν αποτέλεσμα να ανατρέπονται λόγω των συνεχών μεταβολών του εκάστοτε θεσμικού πλαισίου. Ιδιωτικά συμφωνητικά θα καταλήξουν σε δικαστική διευθέτηση, με όποιες υψηλές οικονομικές και χρονικές επιβαρύνσεις απορρέουν από αυτή για τους εμπλεκομένους. Η δυνατότητα προσφυγής στην δικαστική οδό εκ μέρους των όμορων, περιπλέκει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα με αναίτιες καθυστερήσεις ενώ δημιουργεί ένα αρνητικά επενδυτικό περιβάλλον. Η αναμενόμενη αύξηση αξίας γης από την υπερβάλλουσα δόμηση θα οδηγήσει σε αύξηση της παραγόμενης υπεραξίας (αστική γεωπρόσοδος) σε αυτές τις ήδη επιβαρυμένες αστικές περιοχές, που με την σειρά τους θα παρασύρουν σε περαιτέρω αύξηση αξιών και τις όμορές τους περιοχές..

Ο αστικός ιδιωτικός χώρος από την άλλη πλευρά, είναι υπερεντατικά εκμεταλλευόμενος, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον. Η επέμβαση στον ιδιωτικό χώρο – επιτυχημένη ή όχι - ήταν πάντα απόφαση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με αποτέλεσμα την περαιτέρω ενίσχυση της υπάρχουσας εσωστρέφειας και την συνολική υποβάθμιση του δομημένου περιβάλλοντος χώρου, τόσο περιβαλλοντική όσο και αισθητική.

Το κτιριακό απόθεμα είναι γενικά γερασμένο. Οι πολυώροφες οικοδομές των δεκαετιών μέχρι το 1970 είναι παλιές πλέον, είναι άνω των 50 ετών τουλάχιστον. Οι λόγοι βαθμιαίας αντικατάστασης είναι πλείονες του ενός. Η ενανθράκωση του οπλισμένου σκυροδέματος, η σκωρία του οπλισμού, η βαθμιαία καταστροφή των εσωτερικών δικτύων ύδρευσης, αποχέτευσης, ρευμάτων και θέρμανσης, η αθροιστική σεισμική καταπόνηση και τέλος η ενεργειακή απαξίωση συνηγορούν υπέρ της βαθμιαίας αντικατάστασης. Αυτό όμως τελικά εναπόκειται στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, που υπαγορεύονται από την υφιστάμενη κρίση. Η διαδικασία αντικατάστασης θα είναι βαθμιαία, γιατί δεν γίνεται διαφορετικά. Η προοπτική αντικατάστασης? Περιορισμένη, για πολλούς λόγους με βασικότερους την μεγάλη περαιτέρω κατάτμηση ιδιοκτησιών, τον εγκλωβισμός ιδιοκτητών σε ακίνητα που δεν αποδίδουν πλέον, την μείωση συντελεστών δόμησης και ωφέλιμης επιφάνειας σε σχέση με τους παλαιότερους ΓΟΚ, το υψηλό κόστος ανακαίνισης και αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των άμεσα ενδιαφερομένων. Η αθηναϊκή πολυκατοικία της αντιπαροχής, μεταμορφώνεται βαθμιαία σε ενεργοβόρα παγίδα φορολογικών επιβαρύνσεων. Το αποτέλεσμα θα είναι η εξ ολοκλήρου αγορά γερασμένων πολυωρόφων οικοδομών από έναν επενδυτή και ή η ανοικοδόμηση νέου κελύφους ή η ενεργειακή αναβάθμιση του υπάρχοντος, με ότι αυτό συνεπάγεται σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.

Αυτό μπορεί να προληφθεί με την θεσμοθέτηση του σταδίου του Αστικού Σχεδιασμού.

Η παντελής έλλειψη αστικού σχεδιασμού, εισήχθη θεσμικά σαν έννοια με τον Ν. 4067/2012 (άρθρο 2.9.) αλλά ατόνησε. Δεν υφίσταται κάποια θεσμοθέτηση της διαδικασίας που να μας οδηγήσει σε αυτή την ενδιάμεση κλίμακα που να συνδέει τον μεμονωμένο αρχιτεκτονικό σχεδιασμό με τον πολεοδομικό και τον περιφερειακό σχεδιασμό. Θα έπρεπε να υπάρχει ροή κατευθύνσεων και πληροφοριών, από το ανώτερο επίπεδο σχεδιασμού (πολεοδομικό) προς τα κάτω (top to bottom), αλλά και από το κάτω επίπεδο σχεδιασμού (αρχιτεκτονικό) προς τα πάνω (bottom to top). Ο αστικός σχεδιασμός θα αναλάμβανε και την οργάνωση του δημόσιου χώρου με την διαδικασία των αναπλάσεων, ενώ δίνει έμφαση στον τρισδιάστατο χώρο προσδιορίζοντας τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του αστικού ιστού, καθορίζοντας την σχέση του όγκου των κτισμάτων με τον αστικό ιστό. Διαχειρίζεται λοιπόν εκτός από την οργάνωση και την μορφή του αστικού χώρου και τα κελύφη σε ανθρωπομετρική κλίμακα, ιδιαιτέρως φιλική με τον αρχιτεκτονικό
σχεδιασμό. Το θεωρητικό αντικείμενο του αστικού σχεδιασμού είναι η ρύθμιση του φυσικού χώρου, ακόμα και σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου.

Σήμερα, είναι πια φανερό πώς το αναπτυξιακό πρότυπο των ελληνικών πόλεων πάσχει στα βασικά σημεία του, καθώς αναδεικνύονται οι αρνητικές του πλευρές:  ένα περιβαλλοντικά, ενεργειακά, οικονομικά και ανθρωπολογικά εύθραυστο περιβάλλον. Η μη αντιστρεπτή καταστροφή του αστικού τοπίου με την ανεξέλεγκτη δόμηση, η εξάντληση των φυσικών πόρων με την αλόγιστη χρήση τους, η πληθυσμιακή διόγκωση των τοπικών κοινωνιών, η αλλοίωση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, η απουσία εφαρμογής προγραμμάτων θέσεων στάθμευσης, η αδυναμία διαχείρισης των απορριμμάτων και των αποβλήτων, η έλλειψη οράματος και προγραμματισμού και τέλος ο άνευρος, αποσπασματικός και σπασμωδικός σχεδιασμός, αποτελούν μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά αρνητικά γνωρίσματα ενός αναπτυξιακού προτύπου χωρίς προοπτική και μέλλον.

Όλες αυτές προβληματικές συνεχείς θεσμικές παρεμβάσεις αποσκοπούν ίσως στην εφαρμογή ενός αναπτυξιακού μοντέλου προσαρμοσμένου στις ενίοτε πολιτικές επιλογές, που δεν μπορεί όμως να γίνει αποδεκτό, στο όνομα της οποιασδήποτε πολιτικής επιλογής, να αγνοείται ο παράγων «ασφάλεια» και από πλευράς «δικαίου» και από πλευράς «ποιότητος των κατασκευών», παράγοντες που πρέπει να αποτελέσουν ένα πεδίο νομοθετικών πρωτοβουλιών. Αυτές ακριβώς οι πρωτοβουλίες θα αφορούν την κωδικοποίηση της νομοθεσίας, τον έλεγχο των κατασκευών, τον ΝΟΚ τον Κτιριοδομικό Κανονισμό και τον Αστικό Σχεδιασμό. Το θεσμικό πλαίσιο που θα εκπονηθεί θα πρέπει απλά να εφαρμόζεται καθολικά από όλους. Dura lex sed lex (=σκληρός νόμος αλλά νόμος). Το δίλλημα τελικά είναι απλό: αβίωτη συντήρηση ή βιώσιμη ανάπτυξη? Και η απόφαση είναι προφανώς πολιτική.
 
Β) Ν. 4067 - ΠΡΟΤΑΣΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Ο Ν. 4067/2012 (ΝΟΚ) είναι πλέον άνω των δέκα ετών και έχει υποστεί πληθώρα αλλαγών και τροποποιήσεων μέσα από σειρά ερμηνευτικών εγκυκλίων που καθιστούν ιδιαζόντως δύσκολη την εφαρμογή του, ενώ η τμηματική αναμόρφωσή του δημιουργεί σύγχυση τελικά. Είναι καιρός να αποσυρθεί και να αντικατασταθεί. Η διαμόρφωση της δομικής νομοθεσίας είναι επιθυμητή, όπως και η απλοποίησή της μαζί με την κωδικοποίησή της. Προτείνεται λοιπόν η όποια συζήτηση του γενικού θεσμικού κανονιστικού πλαισίου για την δόμηση και των νέων σχετικών διατάξεων να καθορίζεται από δύο επιτροπές:
1. Σε επίπεδο Υπουργείου
  • Σύσταση επιτροπής του ΥΠΕΝ που θα συνεδριάζει στο ΥΠΕΝ, με Πρόεδρο έναν σχετικό Διευθυντή του Υπουργείου. Σε αυτή θα πρέπει να συμμετέχουν όλοι οι φορείς που εμπλέκονται στην παραγωγή χώρου, δηλαδή: από το ΥΠΕΝ οι Διευθύνσεις Χωροταξίας, Πολεοδομικού Σχεδιασμού, ΓΟΚ και Κτιριοδομικού Κανονισμού, Αυθαιρέτων, Δασών και Ρεμάτων, Περιβάλλοντος και Τοπογραφίας καθώς και της οδηγίας INSPIRE (Γεωχωρικών δεδομένων, εφ’ όσον υπάρχει), καθώς και εκπρόσωπος του Νομικού Τμήματος του Υπουργείου.
  • Υπουργείο Οικονομικών
  • Υπουργείο Δημοσίων Έργων
  • Υπουργείο Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης
  • Υπουργείο Πολιτισμού
  • Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων
  • Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης
  • Υπουργείο Βιομηχανίας και ΕνεργείαςΥπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας (Αιγιαλός και Παραλία – Φάροι-Λιμένες)
  • Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (Στρατιωτικές Εγκαταστάσεις)
  • Σύλλογοι Μηχανικών που εμπλέκονται στην παραγωγή δομημένου περιβάλλοντος, δηλαδή Αρχιτεκτόνων, Πολεοδόμων, Χωροτακτών, Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανολόγων και Αγρονόμων Τοπογράφων, αλλά και Περιβαλλοντολόγων, Συγκοινωνιολόγων, Γεωλόγων και Αρχαιολόγων.
  • Εκπρόσωποι των Πολυτεχνικών Σχολών (Έδρες Αρχιτεκτονικής Σύνθεσης και Πολεοδομίας)
  • Εκπρόσωποι Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ και Β’ βαθμού (ΚΕΔΕ)
  • Εκπρόσωποι κοινωνικών φορέων (Εργολήπτες, Ιδιώτες Κατασκευαστές, Ιδιοκτήτες, Ενοικιαστές)
  • Εκπρόσωποι πολιτικών φορέων (Κομμάτων)
  • Εκκλησία της Ελλάδος (Ναοδομία)
  • Η επιπλέον δυνατότητα να καλείται επιστήμονας ειδικού ενδιαφέροντος κατά περίπτωση
2. Σε επίπεδο ΣΑΔΑΣ
Σύσταση διαρκούς επιτροπής του ΣΑΔΑΣ που θα έχει τρείς βασικούς σκοπούς:
  • την συζήτηση των διατάξεων και την σύνταξη προτάσεων,
  • την προώθηση των θέσεων του ΣΑΔΑΣ στην επιτροπή του Υπουργείου,
  • την ενημέρωση του ΔΣ του ΣΑΔΑΣ (και των Τμημάτων του) για την πρόοδο των εργασιών.-