Οκτωβρίου 04, 2013

Ανάπλαση Παραλιακού Μετώπου Παλαιού Φαλήρου

    Σαν εισαγωγή, να επισημάνω ότι η μητροπολιτική παράκτια ζώνη αποτελεί ένα αξιόλογο χωρικό κεφάλαιο, ο σχεδιασμός του οποίου είναι κρίσιμος παράγοντας στην οικολογική ανασυγκρότηση και την αειφόρο διαχείριση του αστικού περιβάλλοντος, αλλά ταυτοχρόνως και στην αναβάθμιση του ρόλου της πόλης στον διεθνή ανταγωνισμό μεταξύ μητροπόλεων, θέμα αιχμής στα πλαίσια των πολιτικών βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού χώρου, υιοθετημένο και από το υπό επικαιροποίηση νέο Ρυμοτομικό Σχέδιο Αθήνας (ΡΣΑ).
  Αναχαράσσω άραγε τα μυριόλεκτα? Ναι κατά μία έννοια, επαναλαμβάνοντας την άποψη συναδέλφων -με την οποία συμφωνώ αμέριστα- ώστε να γίνει αντιληπτή η απαιτούμενη διαδικασία και μεθοδολογία. Το Προεδρικό Διάταγμα των ακτών του Ανατολικού Σαρωνικού του 2004, θεσμικό καταστάλαγμα μιας μακρόχρονης διαδικασίας μελέτης, ενδοδιοικητικής συνεργασίας και διαβούλευσης με το κοινό, εξισορροπεί με κανονιστικές διατάξεις (δηλαδή χρήσεις γης, όροι δόμησης) οικολογικούς και αναπτυξιακούς στόχους, ελέγχοντας κυρίως την επαπειλούμενη εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης, που είθισται να συνοδεύει την πολιτική ιδιωτικοποιήσεων, ενώ υπεισέρχεται έμμεσα μόνο, σε θέματα διαχείρισης με στόχο τη διαφύλαξη του δημόσιου χαρακτήρα της έκτασης. Αυτό όμως που πρέπει να επισημάνουμε είναι η διεθνής πρακτική. Στο διεθνή χώρο θεωρείται πλέον ανεπαρκής η κανονιστική πολιτική η οποία αντικαθίσταται από την «Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Ζωνών» (ΟΔΠΖ). Παράλληλα, η σχετική ευρωπαϊκή σύσταση δίνει εξαιρετικές κατευθύνσεις επ' αυτού, με έμφαση στην διοικητική αναδιάρθρωση και συντονισμό, την κατάργηση της πολυνομίας και τη συμμετοχή των πολιτών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πόλεις με πετυχημένα παραδείγματα -όπως η Βαρκελώνη- διαθέτουν πάνω απ' όλα ισχυρή Τοπική Αυτοδιοίκηση με μακρά παράδοση στον τομέα της αστικής διαχείρισης (urban management) σε συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος όμως σέβεται το κύρος και τις κατευθύνσεις σχεδιασμού της Πόλης.(1) Αυτά και άλλα μπορεί να βρεί και να χρησιμοποιήσει μια Πόλη, όταν συμμετέχει σ’ ένα Δίκτυο Πόλεων, όπως για παράδειγμα το ICLEI.(2)
   Οι σύγχρονες αστικές περιοχές έχουν συχνά πυκνή δόμηση και πλήρη ανάπτυξη, αλλά οι δημόσιοι κοινόχρηστοι χώροι είναι υπερβολικά μεγάλοι και πολύ φτωχοί για να προσελκύσουν ανθρώπους ώστε να τους επισκεφτούν. Αυτό είναι και το λεγόμενο «σύνδρομο της Brazilia». Αναφέρομαι φυσικά στην από tabula rasa σχεδιασμό της ομώνυμης πόλης της Βραζιλίας –με τα υπέροχα κτίριά της- που προοριζόταν για εμβληματική πρωτεύουσα, αλλά δεν έγινε ποτέ… διαψεύδοντας τον οραματιστή και συνθέτη της. Ο λόγος? Μα οι μεγάλοι –σχεδόν αχανείς- δημόσιοι χώροι, που αναδεικνύουν μεν τα υπέροχα κτίσματα, αλλά απλά δεν λειτουργούν σαν συνδετικό στοιχείο ανάμεσά τους. Κι’ όμως…. οι μεγάλοι δημόσιοι χώροι βελτιώνουν τους πολεοδομικούς δείκτες και ιδιαίτερα τον δείκτη «τετραγωνικά ελεύθερου χώρου ανά άτομο». Είναι όμως αρκετό αυτό, η μήπως η συστηματική εξασφάλιση διάσπαρτων και κατανεμημένων κατά το δυνατό μικρότερων κοινοχρήστων χώρων στην πόλη (τα λεγόμενα και green corners), βελτιώνουν πραγματικά τους δείκτες? Η ευημερία των αριθμών δεν αποτελεί βεβαιότητα για την ευημερία των χρηστών μιας πόλης. Ζητούμενο πάντα είναι η ποιότητα διαβίωσης των χρηστών, είτε κατοίκων είτε επισκεπτών. Ένας δημόσιος χώρος χωρίς ζωή είναι σαν ένα άδειο θέατρο. Αυτό απλά σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά με το έργο και γι’ αυτό απουσιάζουν οι θεατές. Αυτό που χρειάζεται μια ζωντανή πόλη είναι ένας συνδυασμός ελκυστικών δημόσιων χώρων με ομάδες ανθρώπων που θέλουν να τους χρησιμοποιήσουν. Η ζωή στον αστικό δημόσιο χώρο είναι αυτοτροφοδοτούμενη, και οι άνθρωποι πηγαίνουν εκεί που υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι. Οι αρχιτέκτονες επιπλέον θα πρέπει να ξεφύγουμε από τα στενά ασφυκτικά όρια της ιδιοκτησίας που μας ανατίθεται κάθε φορά να συνθέσουμε, και να στραφούμε περισσότερο προς τον ημιιδιωτικό ή τον ημιδημόσιο χώρο, και τελικά προς τον παραμελημένο αμιγή δημόσιο χώρο. Αυτός ακριβώς ο Δημόσιος χώρος πρέπει να λειτουργεί σαν συνδετικό κονίαμα στον Αστικό Ιστό –στην Πόλη δηλαδή- και να δημιουργεί ένα Αστικό συνεχές.
   Τα ρυμοτομικά σχέδια του 1950 δεν προέβλεπαν ικανή έκταση κοινόχρηστων χώρων, αλλά δεν υπολόγιζαν φυσικά και την σημερινή οικιστική πυκνότητα, όπως και δεν υπολόγιζαν και την εκτεταμένη χρήση του ιδιωτικού αυτοκινήτου, Αυτή ακριβώς η έλλειψη σημαντικών κοινοχρήστων χώρων τοπικής εμβέλειας σε επίπεδο γειτονιάς στον αστικό ιστό, δημιουργεί επιτακτική την ανάγκη σύνδεσης της Πόλης του Παλαιού Φαλήρου με το παραλιακό μέτωπο. Και σε αυτόν τον τομέα, το Παλαιό Φάληρο είναι τυχερό, όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω.
    Αφήνοντας πίσω μας την Πολεοδομική κλίμακα, θα κατέβουμε στην αρχιτεκτονική κλίμακα. Για την ακρίβεια θα κατέβουμε στην κλίμακα του πολύπαθου Αστικού Σχεδιασμού ιδιαίτερα του Αστικού Σχεδιασμού των Δημόσιων Κοινοχρήστων Χώρων. Η περιοχή προς ανάπλαση αφορά τον ανασχεδιασμό του θαλασσίου μετώπου της πόλης από τον λεγόμενο Φλοίσβο μέχρι τον Μπάτη και το Έδεμ. Πρόκειται για έναν σημαντικό δημόσιο τόπο της πόλης, γραμμικό, με περιορισμένο βάθος και μεγάλο μήκος, γεγονός που του προσδίδει ακριβώς τα χαρακτηριστικά του μετώπου -του λεπτού φλοιού δηλαδή- που απλώνεται στο όριο μεταξύ στεριάς και θάλασσας. Ο σχεδιασμός σε αυτό το όριο, δύσκολος αλλά και προκλητικός, οφείλει να συνυπάρξει και να συνδιαλλαγεί με το υδάτινο στοιχείο, δηλαδή τη φύση στην πιο ασταθή της μορφή. Πιστεύουμε πως πρέπει να διαφυλαχθεί το γοητευτικότερο στοιχείο Φαληρικής παραλίας, που είναι η ενιαία γραμμική πορεία περιπάτου σε επαφή γενικά με τον ανοικτό θαλάσσιο ορίζοντα. Είναι σκόπιμο κατά την άποψή μου να μην προταθεί καμία προέκταση κατασκευών μέσα στην θάλασσα -πλην μιας συγκεκριμένης περίπτωσης που θα αναφέρω ενδεικτικά στην συνέχεια- ούτε γενικά η αλλοίωση της φυσικής ακτογραμμής. Το παραλιακό μέτωπο μεταξύ Φλοίσβου και Μπάτη και κατ’ επέκταση μέχρι το Έδεμ, έχει μήκος περίπου 1350 μέτρα, που με μέσο πλάτος περί τα 50 μέτρα, μας δίνει μια συνολική κατά προσέγγιση έκταση 67 στρεμμάτων γραμμικού πάρκου. Κατά την άποψή μου όμως δεν σταματά εδώ. Συνεχίζεται και νοτιοδυτικά με το ρέμα της Πικροδάφνης, σε ένα διαφορετικό οικοσύστημα με μήκος 650 μέτρα περίπου, μέχρι την Λεωφόρο Αμφιθέας. Συνολικό μήκος δηλαδή «παραλιακού» μετώπου περί τα 2 χιλιόμετρα, χωρίς να υπολογίσουμε την συνέχεια του ρέματος στην ανατολική πλευρά της Λεωφόρου Αμφιθέας. Μια εξαιρετική ευκαιρία λοιπόν αναγέννησης αυτού του μοναδικού υδάτινου μετώπου που συνδυάζει θαλάσσιο αλλά και γλυκό νερό και με εξαιρετικές δυνατότητες ανάπλασης και διακριτικής παρέμβασης στο φυσικό περιβάλλον. Αλήθεια, φαντάζεστε σε έναν πεζόδρομο εδώ, τι εναλλαγή όψεων, φυγών και φυσικών στοιχείων θα παρουσίαζε και μάλιστα στο σύνολο του εποχιακού κύκλου?
   Είναι λοιπόν επιτακτικό ο διαθέσιμος χώρος του παραλιακού μετώπου να ενσωματωθεί αρχικά στο αστικό συνεχές της πόλης του Παλαιού Φαλήρου και να αποτελέσει μια προέκταση της πόλης. Λαμβάνοντας όμως και υπ’ όψη τον ισχυρό υπερτοπικό του χαρακτήρα –ότι δηλαδή αποτελεί παραδοσιακό πόλο έλξης για όλες σχεδόν τις περιοχές του Λεκανοπεδίου- επιβαρύνουμε τις παραμέτρους του σχεδιασμού ακόμα περισσότερο. Ακόμα και τώρα απαιτούνται πολλές θέσεις στάθμευσης, που επιβαρύνουν την κυκλοφορία, ειδικά τις μέρες σχόλης. Δεν αρκεί όμως αυτό. Αυτό το φαινόμενο θα μπορούσε αρχικά να μειωθεί με την απαιτούμενη ενημέρωση των πολιτών σχετικά με την χρήση των Δημόσιων Μέσων Μεταφοράς και κύρια των Επιφανειακών Μέσων Σταθερής Τροχιάς, αυτού δηλαδή που σε απλά ελληνικά ονομάζουμε τραμ!
    Κεντρική ιδέα της πρότασης ανάπλασης θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός συνεχόμενου γραμμικού χώρου –μιας διαδρομής δηλαδή- με επιλογές ψυχαγωγίας, παιχνιδιού, άσκησης, χαλάρωσης, εκπαίδευσης και πολιτισμού, μια αλληλουχία διαφοροποιημένων χώρων και ήπιων χρήσεων, με ποικίλες ποιότητες, που θα καλύπτουν μεν ένα ευρύ φάσμα χρήσεων, αλλά θα διατηρούν ωστόσο τα χαρακτηριστικά της ενότητας και της συνέχειας, που ο ίδιος ο χαρακτήρας του μετώπου επιβάλλει. Λόγω του νότιου προσανατολισμού του θαλασσίου μετώπου, θα πρέπει να αναπτυχθεί ένα σύστημα σκίασης τόσο με υψηλό πράσινο (δηλαδή δένδρα) όσο και τεχνητά σκίαστρα ( δηλαδή πέργκολες και κιόσκια), δημιουργώντας ένα είδος αλέας. Η διαδρομή αυτή με τα προτεινόμενα καθιστικά ανάμεσα στα δέντρα, θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη τους θερινούς μήνες κυρίως σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας. Η αλέα λειτουργεί ως ενδιάμεσο όριο - φίλτρο μεταξύ των δύο διακριτών τμημάτων του παραλιακού μετώπου: του πλακόστρωτου και της πράσινης ζώνης. Δημιουργεί μια διαφοροποιημένη σε ποιότητες διαδρομή, οριοθετείται από τα δέντρα και αποκτά την δική της κλίμακα και αισθητική. Η προτεινόμενη διαδρομή διαμορφώνει τελικά μια ενιαία εικόνα στην θέα του μετώπου προς και από τη θάλασσα. Η διαδρομή τις νυχτερινές ώρες με τον ειδικό φωτισμό των δένδρων, θα είναι περισσότερο φωτισμένη από το υπόλοιπο τμήμα του πλακόστρωτου και θα ενισχύει έτσι το αίσθημα της ασφάλειας για τους περιπατητές. Αυτή η λογική σύνθεσης στοχεύει στην δημιουργία ενός χώρου σε κίνηση, την απουσία ενός και μόνο προνομιακού σημείου, αποδίδοντας μια νέα διάσταση στο γραφικό, το εντάσσει στην οργάνωση του δημόσιου τοπίου της σύγχρονης πόλης.
   Τεχνητά στοιχεία του χώρου θα αποτελέσουν λοιπόν οι πέργκολες, τα κιόσκια, τα έργα τέχνης, οι πίδακες καθώς και η οριοθέτηση διακριτών ήπιων δραστηριοτήτων. Θα θεωρούσαμε μια ανάλαφρη εξέδρα μέσα στην θάλασσα στην περιοχή του Μπάτη –σε ανάμνηση της παλαιάς υφιστάμενης- ένα θετικό στοιχείο της σύνθεσης. Ανακαλεί μνήμες από το παρελθόν αυτό το παλαιό τοπόσημο, αλλά με νέα αισθητική και μορφή, δημιουργώντας ένα στοιχείο περιπάτου και παρατήρησης πραγματικά μέσα στο νερό.
   Ο σχεδιασμός λόγω στενότητας του χώρου μπορεί να είναι και πολυεπίπεδος. Με άλλα λόγια μπορούν να προβλεφθούν διαδρομές σε χαμηλότερα επίπεδα από το υφιστάμενο, ώστε να υπάρχει δυνατότητα περισσότερων παράλληλων δραστηριοτήτων, και η αποφυγή του φαινόμενου του παραλιακού μετώπου του Βόλου παραδείγματος χάριν, που η έλλειψη συνολικού σχεδιασμού έχει οδηγήσει σε αμηχανία διαχείρισης του κοινόχρηστου υπαίθριου χώρου. Το ίδιο φαινόμενο έχει επαναληφθεί και στην Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης, όπου η πυκνότητα των ευρηματικών κατά τα άλλα κατασκευών, εμποδίζουν τον περιπατητή να αναγνώσει το δομημένο οικιστικό περιβάλλον της Πόλης, λες και η Πόλη ντρέπεται να δείξει το πραγματικό της πρόσωπο. Βασικός στόχος του σχεδιασμού θα πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση και η ικανοποίηση όλων των ηλικιακών ομάδων των χρηστών με διαφορετικά ενδιαφέροντα και εκδηλώσεις. Δεν αισθάνονται και τόσο άνετα οι ηλικιωμένοι περιπατητές ή οι γονείς με μικρά παιδιά ανάμεσα σε νεαρούς με γρήγορα αγωνιστικά ποδήλατα και skateboards. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για την διαδρομή των ΑΜΕΑ. Η σύνδεση της πόλης με το παραλιακό μέτωπο και την θάλασσα θα ήταν εύκολη αν δεν υπήρχε μια πρωτεύουσα οδική αρτηρία όπως η παραλιακή Λεωφόρος Ποσειδώνος, που παρουσιάζει πολλαπλή μορφή σαν εμπόδιο. Σε διαφορετικές εποχιακές χρονικές στιγμές είναι είτε υψηλού κορεσμού και χαμηλών ταχυτήτων είτε χαμηλού κορεσμού και υψηλών ταχυτήτων. Το διαθέσιμο πλάτος και η χάραξή της ευνοούν ακριβώς αυτό το φαινόμενο. Η περιβαλλοντική επίπτωση λόγω θορύβου μπορεί να αντιμετωπισθεί τόσο προς το μέρος της παράλιας διαδρομής όσο και προς το οικιστικό σύνολο, με σωστή μελέτη και εφαρμογή φράγματος πρασίνου. Η σύνδεση λοιπόν της πόλης με τη θάλασσα μπορεί να επιτευχθεί μόνο με αλλαγή επιπέδου στις προεκτάσεις των βασικών κάθετων οικιστικών αξόνων στην παραλιακή Λεωφόρο Ποσειδώνος. Ανάλογα με τα οριζόμενα στο ισχύον θεσμοθετημένο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο και στην επικαιροποιημένη Κυκλοφοριακή Μελέτη του Δήμου Παλαιού Φαλήρου. Υποψήφιες για τέτοια σύνδεση θα ήσαν οι οδοί Ναϊάδων ή η Αφροδίτης, η Αγίου Αλεξάνδρου ή η Αιόλου, η Αχιλλέως και τέλος η οδός Πικροδάφνης. Υπέργειες ή υπόγειες διαβάσεις? Κάθε λύση έχει τα υπέρ της και τα κατά της. Φυσικά και δεν θα υποδείξουμε εδώ την γενική αρχή, κάτι τέτοιο θα ήταν αντιεπιστημονικό και εντελώς επιπόλαιο. Άποψή μας είναι ότι η τελική επιλογή είναι θέμα μελέτης κατά περίπτωση, και εντάσσεται στον συνολικό σχεδιασμό του θαλασσίου μετώπου. Γενικά πάντως μιλώντας να επισημάνουμε ότι το κόστος ταπείνωσης του επιπέδου της παραλιακής Λεωφόρου Ποσειδώνος -διαρκούσης της βαθείας και παρατεταμένης ύφεσης- εκφεύγει των δυνατοτήτων χρηματοδότησης του κρατικού προυπολογισμού.
   Η υλοποίηση του τράμ στο παραλιακό μέτωπο δημιούργησε κάποια προβλήματα στις περιοχές από τις οποίες διέρχεται, και αυτό αφορά κυρίως την διευθέτηση του αστικού περιβάλλοντος. Η έλλειψη χώρου –ιδιαίτερα στο παραλιακό μέτωπο του Παλαιού Φαλήρου- και ειδικότερα μεταξύ Φλοίσβου και Μπάτη, αλλά και η έλλειψη τεχνικής πληροφόρησης, δημιούργησαν ένα θέμα κακής εφαρμογής με την πλήρη έλλειψη μελετών εφαρμογής μικρής κλίμακας ανά κόμβο, αυτό δηλαδή που βιώνει ο καθημερινός χρήστης. Η προχειρότητα του σχεδιασμού εμφαίνεται κυρίως στις αναγκαστικές διασταυρώσεις με την διαδρομή των αυτοκινήτων. Δεν αποτελεί αντικείμενό μας αυτή την στιγμή να αναλύσουμε περαιτέρω την πολεοδομική και πολιτική απόφαση καθώς και το οικονομικό σκέλος της λειτουργίας.
   Ένας θεσμοθετημένος ποδηλατόδρομος στο παραλιακό μέτωπο, θα αποτελούσε πραγματικό πόλο έλξης για όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής, αρκεί να μελετηθεί ορθά και με πληρότητα, με διαφοροποιημένο υλικό οδοστρώματος, με την ειδική σήμανση και με τις αναγκαίες εξυπηρετήσεις για τον ποδηλάτη. Νομίζω ότι ο φυσικός γεωγραφικός χώρος, με τις δυνατότητες που προσφέρει, θα τον αναδείκνυε μέσα στους πλέον ελκυστικούς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, για να μην ισχυριστώ στον πλέον ελκυστικό. Επιπλέον οι υπέργειες ή υπόγειες κατά περίπτωση διαβάσεις στην Παραλιακή Λεωφόρο, θα μπορούσαν να συνδέσουν τον παραλιακό ποδηλατόδρομο με το ευρύτερο –και πιθανά μελλοντικό- δίκτυο ποδηλατοδρόμων ή οδών ήπιας κυκλοφορίας ή ακόμα και οδών shared space του Δήμου Παλαιού Φαλήρου. Αλήθεια και ρεαλιστικά σκεπτόμενοι, η πόλη αυτή με τους σχετικά φαρδείς δρόμους και τις ήπιες γενικά κλίσεις –πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- δεν φαντάζει ιδανική για την εφαρμογή τέτοιων βιώσιμων μεθόδων?
   Η προτεινόμενη φύτευση του παραλιακού μετώπου, θα πρέπει να επιλεγεί προσεκτικά, με γνώμονα την αισθητική και τις ανάγκες σε νερό ποτίσματος. Δεν ωφελεί να φυτεύουμε και να ξεραίνονται τα φυτά μέσα σ’ ένα έτος, έχοντας επιπλέον να αντιμετωπίσουν κατά τους χειμερινούς μήνες ισχυρούς ανέμους. Η ορθή επιλογή πρασίνου, ώστε να λειτουργεί και κατά τους χειμερινούς μήνες αφήνοντας τον ήλιο να διέλθει αλλά και σαν σκιερό φράγμα κατά τους θερινούς, συντελεί στο αίσθημα της άνεσης και συνεπώς συμβάλλει στην αύξηση της επισκεψιμότητας μιας περιοχής. Παράλληλα, η τοποθέτηση μέσου ύψους πρασίνου, δημιουργεί ένα φράγμα ήχου προς τον πεζόδρομο, απομειώνοντας τον θόρυβο της κυκλοφορίας. Ο αστικός εξοπλισμός -και αναφέρομαι φυσικά σε όλα τα επιμέρους αντικείμενα (δηλαδή παγκάκια, καλαθάκια αχρήστων, ποδηλατοστάτες, τηλεφωνικούς θαλάμους κτλ)- είναι ένα θέμα που… πονάει μεν λόγω τιμής, και θα πρέπει να επιλεχθεί από τους Μελετητές με την σύμφωνη πάντα άποψη και συνεργασία των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Παλαιού Φαλήρου, που κριτήριο -εκτός φυσικά από την πλέον χαμηλή τιμή- θα έπρεπε να είναι και η αισθητική, η αντοχή και η απουσία θάμβωσης και ανακλάσεων. Οι τεχνικές βιώσιμης διαχείρισης πόρων με την εξοικονόμηση ενέργειας στο παραλιακό μέτωπο του Παλαιού Φαλήρου μπορούν να επιτευχθούν κατά πρώτο με την χρήση ψυχρών δομικών υλικών, ώστε να μην ανεβαίνει η θερμοκρασία κατά τους θερινούς μήνες, κατά δεύτερο με την χρήση δημοτικών φωτιστικών τροφοδοτούμενων από ηλιακή ενέργεια και κατά τρίτο με γραμμικά συστήματα συλλογής και διήθησης βρόχινου νερού για πότισμα του πρασίνου. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ο συνολικός σχεδιασμός και η ορθή εφαρμογή συντελούν σε ένα σωστό έργο. Αντίθετα ο αποσπασματικός σχεδιασμός χωρίς συνθετικές αρχές, καταλήγει σε εμβαλωματικές και άστοχες επιλογές, που τελικά κοστίζουν πολύ περισσότερο. Σημειώνουμε εδώ, ότι και το αρτιότερο τεχνικό έργο χρήζει μεθοδευμένης συντήρησης και αναγκαίων επισκευών, που θα έπρεπε να συνυπολογίζεται στο συνολικό κόστος.
   Συμπερασματικά και επιγραμματικά μιλώντας, επισημαίνουμε καταληκτικά ότι η ανάπλαση του χώρου του παραλιακού μετώπου βασίζεται στα παρακάτω βασικά σημεία:
  •  στην διατήρηση και ενίσχυση της γραμμικότητάς του υδάτινου μετώπου.
  •  στην εξασφάλιση ενιαίων χαρακτηριστικών σε όλο το μήκος της διαδρομής.
  •  στην εξασφάλιση της σύνδεσης του αστικού ιστού με το παραλιακό μέτωπο.
  •  στην αξιοποίηση του φυσικών στοιχείων του χώρου με τη δημιουργία αισθητικών και λειτουργικών επεισοδίων ως χώρων στάσης.
  • στην δημιουργία δενδροφυτευμένης διαδρομής ως εναλλακτικό σκιασμένο χώρο περιπάτου.
  • στην ενσωμάτωση στον συνολικό σχεδιασμό και του ρέματος της Πικροδάφνης.
  • στην δημιουργία ελαφριάς εξέδρας παρατήρησης στην περιοχή του Μπάτη.
  • στην ενσωμάτωση του τράμ στον σχεδιασμό.
  • στην δημιουργία ποδηλατοδρόμου και διαδρομής ΑΜΕΑ.
  • στην επιλογή του σωστού φωτισμού.
  • στην βιώσιμη διαχείριση φυσικών πόρων.
   Καταλήγοντας, θα πρέπει όμως πρωτίστως να αποφασίσουμε τι είδους συνθήκες διαβίωσης θέλουμε στην Πόλη. Μας ενδιαφέρει τελικά η βιώσιμη ανάπτυξη ή η αβίωτη συντήρηση?
   Και η απόφαση αυτή είναι τελικά πολιτική.-

(1) «Να φέρουμε την φύση μέσα στην πόλη» Άρθρο της Μ. Ευαγγελλίδου – Εφημερίδα Ελευθεροτυπία 17.10 2009
(2) International Council for Local Environmental Initiatives
 ------------------------------------------
Στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Αρχιτεκτονική αντιμετώπιση του παραλιακού μετώπου από τον Μπάτη έως τον Φλοίσβο» στα πλαίσια της 1ης Έκθεσης Αρχιτεκτονικού Έργου – ΣΑΔΑΣ Αττικής - 02.10.2013