Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μια συνέντευξη κατά την διάρκεια της καραντίνας... που δεν δημοσιεύτηκε ποτέ....
1. Πως μπορώ να βγάζω καλύτερες φωτογραφίες, Θα μας δώσετε κάποια tips?
Οι σύγχρονες φωτογραφικές μηχανές, είναι στην πραγματικότητα ηλεκτρονικοί υπολογιστές με κάποια ιδιαίτερη ειδίκευση, την καταγραφή δηλαδή εικόνας ή και εξαιρετικής ποιότητας βίντεο. Παρόλο που η χρήση της φωτογραφικής μηχανής έχει υποχωρήσει λόγω της χρήσης του κινητού τηλεφώνου στην θέση της, δεν μπορεί να αντικατασταθεί από ένα κινητό, κι αυτό συμβαίνει επειδή το κινητό κατά πρώτο λόγο έχει μικρού μεγέθους αισθητήρα, κατά δεύτερο λόγο έχει πλαστικούς φακούς και κατά τρίτο λόγω της παντελούς απουσίας ρυθμίσεων κατά την λήψη φωτογραφιών. Τα προηγούμενα σημαίνουν ότι η ποιότητα της παραγόμενης φωτογραφίας από κινητό τηλέφωνο είναι τελικά χαμηλή, παρ’ όλη την αρχική ευκολία λήψης. Σήμερα η χρήση της φωτογραφικής μηχανής έχει σχεδόν αντικατασταθεί από την χρήση του κινητού τηλεφώνου, και τελικά ο κάθε χρήστης κινητού (δηλαδή σχεδόν όλοι) έχει γίνει ένας εν δυνάμει φωτορεπόρτερ ή έστω ερασιτέχνης φωτογράφος. Αυτό αποδεικνύεται από φωτογραφίες ή και βίντεο που γίνονται viral στο διαδίκτυο, κυρίως λόγω της διάδοσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλές υποδείξεις (tips), που εφαρμόζονται σε μία φωτογραφική μηχανή μόνο, ενώ ορισμένα είναι και για χρήση σε κινητά τηλέφωνα. Όμως, οι παρακάτω υποδείξεις αφορούν φυσικά ερασιτέχνες φωτογράφους. Επιπλέον οι παρακάτω υποδείξεις αναφέρονται από τις πλέον απλές (για χρήστες κινητών) μέχρι τις πιο εξειδικευμένες (για χρήστες φωτογραφικών μηχανών). Μην ξεχνάμε, ότι αρχικά υπήρχαν τα κινητά τηλέφωνα με κάποιες βασικές δυνατότητες λήψης εικόνας, και σήμερα είναι φωτογραφικές μηχανές -ή και βιντεοκάμερες-με δυνατότητα ασύρματης ομιλίας!
Πρώτο βασικό θέμα είναι η καλά εστιασμένη φωτογραφία. Οι σημερινές φωτογραφικές μηχανές έχουν δυνατότητα να κάνουν αυτόματη εστίαση πολλών σημείων ταυτόχρονα ή και μεμονωμένου σημείου, να ακολουθήσουν την μετακίνηση ενός αντικειμένου (π.χ. ενός αυτοκινήτου, ή ποδηλάτη ή περιπατητή), να εστιάσουν στο πρόσωπο ή ακόμα και στα μάτια ενός ανθρώπου μέσω της λεγόμενης αναγνώρισης προσώπου (face detection), και μερικές ερασιτεχνικές μηχανές τελευταίας γενιάς και στα μάτια ενός σκυλιού ή γάτας ή και πουλιού. Στην πραγματικότητα οι εξελιγμένες φωτογραφικές μηχανές περιέχουν ένα ολόκληρο ηλεκτρονικό λογικό κύκλωμα (δηλαδή έναν υπολογιστή με ενσωματωμένο επεξεργαστή) αφιερωμένο ακριβώς σε αυτή την εργασία. Το πρώτο λοιπόν tip είναι η σωστή εστίαση στο σημείο ενδιαφέροντος της εικόνας, πχ στην λήψη ενός πορτρέτου εστιάζουμε στα μάτια. Προσπαθούμε να παραμείνουμε ακίνητοι την στιγμή της λήψης και χρησιμοποιούμε την παρεχόμενη σταθεροποίηση εικόνας της μηχανής ή του φακού, για αποφυγή του θολώματος στην τελική εικόνα.
Το δεύτερο tip είναι η σωστή έκθεση. Αυτό είναι κάπως πιο πολύπλοκο. Θα ορίζαμε την σωστή έκθεση σαν το σύνολο των βασικών ρυθμίσεων της μηχανής (δηλαδή την ταχύτητα του κλείστρου σε συνδυασμό με το άνοιγμα του διαφράγματος και την ευαισθησία του αισθητήρα) ώστε να απεικονίζονται στο κάδρο μας οι περισσότερες κατά το δυνατόν λεπτομέρειες τόσο στις φωτεινές όσο και στις σκοτεινές περιοχές της εικόνας. Η φωτομέτρηση βασίζεται στην μέτρηση του ανακλώμενου φωτός. Η σύγχρονη ψηφιακή φωτογραφική μηχανή περιλαμβάνει ένα ανεξάρτητο λογικό κύκλωμα με δικό του επεξεργαστή που, εκτός από την απευθείας φωτομέτρηση, έχει αποθηκευμένες ακόμα και 2.500 πρότυπες σκηνές[1] ώστε να προσδιορίζει με ακρίβεια την σωστή έκθεση. Υπάρχουν βέβαια κάποιες περιπτώσεις που μπορεί να ξεφύγει από τις ορθές ρυθμίσεις (πχ. χιονισμένο τοπίο ή κόντρα φωτισμός), αλλά ένας φωτογράφος γνωρίζει πως να ανταπεξέλθει σε αυτές τις περιστάσεις με περισσότερη ή λιγότερη έκθεση (υπερέκθεση ή υποέκθεση αντίστοιχα), χρησιμοποιώντας την δυνατότητα αντιστάθμιση έκθεσης που παρέχει η φωτογραφική μηχανή.
Αν θέλουμε να φωτογραφίσουμε καθαρά ένα αντικείμενο που κινείται γρήγορα (αυτοκίνητο ή μοτοσικλέτα ή τραίνο ή αεροπλάνο) χρησιμοποιούμε υψηλή ταχύτητα κλείστρου[2], ενώ αν θέλουμε να έχουμε μεγάλο βάθος πεδίου χρησιμοποιούμε κλειστό διάφραγμα [3]. Το επιθυμητό βάθος πεδίου είναι σημαντικό χαρακτηριστικό των φωτογραφιών. Το βάθος πεδίου ορίζεται σαν τα δύο κάθετα επίπεδα στον οπτικό άξονα του φακού, που ισαπέχουν εμπρός και πίσω από το σημείο εστίασης, μεταξύ των οποίων τα αντικείμενα απεικονίζονται ευκρινώς. Οι ευρυγώνιοι φακοί έχουν μεγάλο βάθος πεδίου σε δεδομένο διάφραγμα, το οποίο μεγαλώνει πολύ όταν φωτογραφίζουμε με μικρό διάφραγμα (δηλαδή με ένα f8 με f11)[4]. Αντίθετα οι τηλεφακοί έχουν μικρό βάθος πεδίου και μας επιτρέπουν να κρατάμε εστιασμένο μόνο το κυρίως θέμα μας, επιτυγχάνοντας με αυτό τον τρόπο τον οπτικό διαχωρισμό του κυρίως θέματος της εικόνας. Όταν κάνουμε νυχτερινές λήψεις, αποφεύγουμε το πιο κλειστό διαθέσιμο διάφραγμα του φακού (π.χ. το f16) γιατί παρουσιάζεται έντονο το φαινόμενο της περίθλασης (diffraction).
Οι ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές έχουν δυνατότητα να προβάλλουν το ιστόγραμμα κάθε λήψης, που δείχνει τον κορεσμό των τόνων σε κάποιες φωτεινότητες που αντιλαμβάνεται ο κάθε αισθητήρας. Φροντίζουμε η ανάλυση αυτή να μην εφάπτεται στα όρια είτε αριστερά ή είτε δεξιά, παρουσιάζοντας μια ελαφρά μετατόπιση προς τα δεξιά, ρυθμίζοντας ανάλογα την έκθεση. Αυτό δείχνει ότι η φωτογραφία είναι σωστά εκτεθειμένη. Όταν ακουμπά στα όρια, υπάρχει κορεσμός και εξαφανίζονται οι όποιες λεπτομέρειες είτε στις φωτεινές είτε στις σκοτεινές περιοχές της εικόνας.
Ο ψηφιακός αισθητήρας της μηχανής μας έχει κάποιο μέγεθος σε εικονοστοιχεία (pixels). Μεγάλος αριθμός εικονοστοιχείων σημαίνει γενικά μεγάλη ανάλυση και καθαρότητα της εικόνας, αλλά και μεγάλο μέγεθος αρχείου. Για παράδειγμα αισθητήρας μεγέθους 24x36mm μπορεί να έχει ανάλυση 6038*4025 pixels, δηλαδή μέγεθος 24,29 Megapixels, γεγονός που σημαίνει ότι είναι χαμηλός ο ηλεκτρονικός θόρυβος που παράγει ο αισθητήρας, δηλαδή τα παράσιτα που μεταδίδει το κάθε pixel στα γειτονικά του, μειώνοντας έτσι την καθαρότητα της εικόνας. Οι αισθητήρες χαρακτηρίζονται επιπλέον από την δυνατότητα μεταβολής του εύρους της ευαισθησίας τους. Αν βάλουμε χαμηλή ευαισθησία ISO[5] (δηλαδή 50-200 ISO) έχουμε χαμηλή ευαισθησία μεν αλλά την μεγαλύτερη δυνατή ευκρίνεια, που συνοδεύεται βέβαια με χαμηλή ταχύτητα κλείστρου και ανοικτό διάφραγμα. Αντίθετα η ρύθμιση σε μεσαία ευαισθησία (200-800 ISO) μας επιτρέπουν υψηλότερες ταχύτητες κλείστρου και συνεπώς μεγαλύτερη ευκρίνεια (πάγωμα κίνησης) κινούμενων θεμάτων. Η υψηλές ευαισθησίες τέλος (800 και άνω ISO) χρησιμοποιούνται στην αθλητική ή νυκτερινή φωτογραφία.
Οι σύγχρονοι αισθητήρες –όσο υψηλή ανάλυση και να έχουν, δεν μπορούν να καταγράψουν την υψηλή αντίθεση που καταγράφει το ανθρώπινο μάτι. Αποφεύγουμε λοιπόν τις ημέρες με έντονη ηλιοφάνεια, εκτός κι αν έχουμε μαζί μας ειδικά φίλτρα, είτε πολώσεως που μειώνει την ακτινοβολία των ανακλάσεων, είτε ουδέτερο φίλτρο μισό ουδέτερο γκρι (half grad) που το τοποθετούμε εκεί που θέλουμε να μειώσουμε την έντονη φωτεινότητα, δηλαδή συνήθως στον ουρανό.
Εάν θέλουμε καθαρές φωτογραφίες σε χαμηλές ταχύτητες κλείστρου (δηλαδή σε ταχύτητες κλείστρου μικρότερες του 1/60 sec), καταφεύγουμε σε χρήση τριπόδου, ειδικά σε φωτογραφίες τοπίου. Χρησιμοποιώντας προσεκτικά τρίποδο από πλαστικό ή αλουμίνιο ή και από ίνες άνθρακα (kevlar) εξαλείφουμε τις όποιες μικρές μετακινήσεις της μηχανής που έχουν αποτέλεσμα την απώλεια της οξύτητας της τελικής εικόνας. Σε περίπτωση χρήσης τριπόδου, δεν ξεχνούμε να απενεργοποιούμε την τυχόν υπάρχουσα σταθεροποίηση εικόνας, γιατί το σύστημα σταθεροποίησης μπερδεύεται προσπαθώντας να διορθώσει την ανύπαρκτη κίνηση. Επιπλέον, κατά την αγορά του τριπόδου, προσέχουμε να αντέχει το συνολικό βάρος του εξοπλισμού μας, ξεχωριστά για το τρίποδο και ξεχωριστά για την κεφαλή. Παράλληλα, χρησιμοποιούμε τηλεχειριστήριο η ντεκλανσέρ όταν χρησιμοποιούμε την μηχανή πάνω σε τρίποδο, ενώ αν χρησιμοποιούμε μονοοπτική ρεφλέξ, κλειδώνουμε τον καθρέφτη, γιατί ο κραδασμός της επιστροφής του καθρέφτη θα θολώσει την φωτογραφία, ειδικά στις πολύ αργές ταχύτητες ή με χρήση ισχυρών τηλεφακών.
Τα αρχεία των φωτογραφικών μηχανών –δηλαδή οι φωτογραφίες- σώζονται συνήθως σε μορφή JPEG[6]. Αυτό είναι όμως απωλεστικός αλγόριθμος συμπίεσης, που σημαίνει ότι κάθε φορά που αποθηκεύουμε την φωτογραφία, μετά από μια τροποποίηση για παράδειγμα, μειώνεται λίγο η ευκρίνεια γιατί μειώνεται η ψηφιακή πληροφορία, συνεπώς αποθηκεύοντας πολλές φορές το αρχείο μας, χάνουμε σε οξύτητα. Όμως τα αρχεία JPEG, είναι μικρά και δεν επιβαρύνουν την μνήμη του υπολογιστή, καθιστώντας εύκολη την επεξεργασία τους από προγράμματα επεξεργασίας εικόνας σε έναν μεσαίας ισχύος ηλεκτρονικό υπολογιστή. Αν θέλουμε τόσο την μεγαλύτερη δυνατή οξύτητα αλλά και την δυνατότητα περαιτέρω διορθώσεων στον υπολογιστή, χρησιμοποιούμε τα αρχεία μορφής RAW. Αυτά είναι μεγαλύτερου μεγέθους αρχεία χωρίς καμία επεξεργασία, είναι ασυμπίεστα και θέλουν επεξεργασία και μετατροπή σε εκτυπώσιμη μορφή, και παρέχουν την μεγαλύτερη δυνατή ποιότητα εκτύπωσης, για παράδειγμα για εκθέσεις ή περιοδικά. Ο κάθε κατασκευαστής έχει δικό του αρχείο τύπο RAW (πχ. της Nikon είναι τα .NEF ενώ της Canon είναι τα .CR2 ή .CR3).
Κατά την λήψη, φροντίζουμε για την οριζοντίωση της μηχανής. Αποκλίσεις μπορούν να διορθωθούν αργότερα στον υπολογιστή –ή και στο ίδιο το τηλέφωνο- με χρήση προγράμματος επεξεργασίας εικόνας, μια και υπάρχει αρκετό ελεύθερο λογισμικό στο διαδίκτυο. Προσέχουμε ιδιαίτερα το καδράρισμα των φωτογραφιών μας, αλλά και το τι περιλαμβάνει αυτό. Το να φωτογραφίσουμε ένα πορτρέτο και στο φόντο να φαίνεται πεντακάθαρα μια μάντρα, η ένα όχημα αποκομιδής απορριμμάτων δεν είναι αισθητικά αποδεκτό.
Χρησιμοποιούμε τον βασικό κανόνα των τρίτων. Χωρίζουμε δηλαδή την εικόνα με έναν νοητό ορθογωνικό κάναβο σε τρία τμήματα τόσο καθ’ ύψος όσο και κατά πλάτος, δηλαδή σε εννέα συνολικά ορθογώνια. Τοποθετούμε τα σημεία ενδιαφέροντος στους τέσσερεις περιφερειακούς κόμβους του κανάβου. Μερικές μηχανές, δείχνουν αυτόν τον κάνναβο στο σκόπευτρο ή κατ’ επιλογή στην ψηφιακή οθόνη της πλάτης. Επίσης, χρησιμοποιούμε εισαγωγικές γραμμές (lead in) στο κυρίως θέμα ενδιαφέροντος του κάδρου. Δηλαδή μια μάντρα, μια δενδροστοιχία, έναν δρόμο, κάποιες πέτρες, ένα ρυάκι κτλ., που δημιουργούν μια νοητή εισαγωγή με κατεύθυνση προς το κύριο θέμα.
Προσαρμόζουμε πάντα το αλεξήλιο (parasoleil) που δίδεται με τον φακό που χρησιμοποιούμε, ειδικά με έντονο ημερήσιο φωτισμό, γιατί μειώνει πολύ τις πιθανές αντανακλάσεις (flare) που μειώνουν την καθαρότητα της εικόνας. Το χρησιμοποιούμε και στις φωτογραφίες με εσωτερικό φωτισμό για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Επιπλέον, το αλεξήλιο προστατεύει τον φακό από δαχτυλιές ή και χτυπήματα.
Κρατούμε καθαρή την μηχανή μας, ιδιαίτερα αν έχει δυνατότητα αλλαγής φακών, αν είναι δηλαδή μονοοπτική ρεφλέξ ή mirrorless. Αλλάζουμε φακούς με την μηχανή στραμμένη προς τα κάτω και προφυλαγμένη από τον άνεμο, την σκόνη και το νερό με το σώμα μας, ιδιαίτερα στις mirrorless, που ο αισθητήρας είναι πιο εκτεθειμένος εκ κατασκευής. Επιπλέον φροντίζουμε για την καθαρή επιφάνεια τόσο του εμπρόσθιου όσο και του οπίσθιου στοιχείου του φακού, μια και επηρεάζεται άμεσα η οξύτητα. Έχουμε πάντα μαζί μας ειδικά καθαριστικά, αλλά αποφεύγουμε τον υγρό καθαρισμό έξω. Εάν χρειαστεί είτε καθαρίζουμε τον αισθητήρα είτε μόνοι μας, είτε σε ειδικευμένο service. Δεν αφήνουμε την μηχανή μας να σημαδεύει τον ήλιο με τον φακό εστιασμένο στο άπειρο γιατί γιατί η συγκέντρωση των ηλιακών ακτίνων μπορεί να κάψει το κλείστρο και να βλάψει και τον αισθητήρα. Όταν δεν κάνουμε χρήση της μηχανής έχουμε πάντα τοποθετημένο το κάλυμμα του φακού.
Έχουμε μαζί μας και μια δεύτερη φορτισμένη μπαταρία, κι αν χρειάζεται και τον φορτιστή της μηχανής μας. Είναι κρίμα η μηχανή μας να νεκρώσει από ενέργεια στις διακοπές μας, γιατί κάναμε υπερβολική χρήση του φλας!
Έχουμε υπ’ όψη μας, ότι το φιλμ μας είναι στην σημερινή πραγματικότητα οι κάρτες μνήμης. Αυτό δημιουργεί κάποιες επιπλέον υποχρεώσεις. Έχουμε πάντα μαζί μας μια δεύτερη κάρτα, ίδιας χωρητικότητας με αυτήν που είναι τοποθετημένη στην μηχανή μας, μήπως χρειαστεί να κάνουμε αντίγραφο. Δεν τις αφήνουμε στην ζέστη, στο νερό, στην άμμο ή σε μαγνητικό πεδίο, και κρατάμε καθαρές τις επαφές τους. Όταν μπορούμε αντιγράφουμε άμεσα το περιεχόμενό τους σε ηλεκτρονικό υπολογιστή με αναγνώστη καρτών ή σε tablet. Επιπλέον, να θυμόμαστε ότι κάθε κάρτα μνήμης είναι εγγυημένη για 1000 εγγραφές.
Η φωτογραφία είναι εικαστική τέχνη. Σε ένα δισδιάστατο μέσο που είναι η εκτυπωμένη φωτογραφία, προσπαθούμε να δείξουμε μέσω κάποιων τεχνικών, το προοπτικό βάθος. Προσπαθούμε δηλαδή να δείξουμε το πραγματικό τρισδιάστατο περιβάλλον. Η ζωγραφική το καταφέρνει αυτό αρκετά εύκολα πολλά χρόνια τώρα, από την εποχή της Αναγέννησης, με την βοήθεια της προοπτικής απεικόνισης με τα σημεία φυγής. Επομένως η επίσκεψή μας σε εκθέσεις όχι μόνο φωτογραφίας αλλά και ζωγραφικής, θα μας βοηθήσουν τόσο στο θέμα της απεικόνισης και του φωτισμού, αλλά και της αισθητικής. Φυσικά και θα αντιγράψουμε στην αρχή, φυσικά και θα μιμηθούμε, αλλά αργότερα θα διαμορφώσουμε το προσωπικό μας ύφος και πιθανόν να λάβουμε μέρος σε κάποια φωτογραφική έκθεση. Να συμμετέχετε από την αρχή σε ομαδικές εκθέσεις φωτογραφίας και να συγκρίνετε άμεσα τις δικές σας με των υπολοίπων. Μην διστάζετε να στείλετε τις φωτογραφίες σας σε κάποιον φωτογραφικό διαγωνισμό, ακόμα και διεθνή, αρκεί να είστε εντός θέματος. Θα έχετε μια επαγγελματική αξιολόγηση των φωτογραφιών σας, εκτός κι αν φτάσετε να κερδίσετε κάποιο χρηματικό βραβείο ή και εξοπλισμό ή και μαθήματα δίπλα σε κάποιον αναγνωρισμένο επαγγελματία φωτογράφο. Πολλές καριέρες ξεκίνησαν με αυτόν τον τρόπο! Μπορείτε επιπλέον να παρακολουθείτε φωτογραφικού περιεχομένου διαλέξεις και τελικά να συμμετέχετε σε φωτογραφικές λέσχες, όπου γίνονται μαθήματα φωτογραφίας από επαγγελματίες του είδους αλλά και εκδρομές σε φωτογενείς περιοχές. Να θυμόμαστε ότι η ασπρόμαυρη φωτογραφία εστιάζει στην καταγραφή της φόρμας και των τόνων, ενώ η έγχρωμη στην σχέση των χρωματικών επιφανειών.
Κλικ, κλικ, κλικ! Εννοώ ότι παίρνουμε όσο το δυνατό περισσότερες φωτογραφίες του συγκεκριμένου θέματος, με διαφορετικές ρυθμίσεις, γωνίες λήψης και εναλλακτικούς φακούς αν διαθέτουμε, τις οποίες και τις αξιολογούμε αργότερα στην οθόνη του υπολογιστή κάνοντας πιθανές διορθώσεις ή τροποποιήσεις με πρόγραμμα επεξεργασίας εικόνας. Αυτές που θεωρούμε καλές τις εκτυπώνουμε σε μια μικρή διάσταση, αποφεύγοντας τις μεγάλες και ακριβές μεγεθύνσεις. Πολλοί φωτογράφοι τραβούν κάποιες φωτογραφίες ενός θέματος (πχ. τοπίο, πορτρέτο, αρχιτεκτονική, νεκρά φύση κτλ) και επανέρχονται αργότερα –μετά την αξιολόγηση των πρώτων λήψεων- με άλλες καιρικές συνθήκες και άλλη προσέγγιση και ξανατραβούν άλλη σειρά φωτογραφιών με στόχο ακριβώς την περαιτέρω βελτίωση. Εξαίρεση σε αυτό είναι η αθλητική φωτογραφία, η φωτογραφία κοινωνικών εκδηλώσεων (βάφτιση, γάμος κτλ) και η φωτογραφία δρόμου (street photography), γιατί σε αυτές τις περιπτώσεις η καταγραφή της στιγμής είναι πάντα μοναδική, οπότε χρειάζονται γρήγορα ανακλαστικά και εξάσκηση!
Αφού αναφέραμε παραπάνω κάποια tips και κανόνες να σημειώσουμε ότι αφού τους εφαρμόσουμε, τους εξερευνήσουμε και τελικά τους κατακτήσουμε, μπορούμε να τους καταργήσουμε περιστασιακά… αλλά για κάποιο λόγο! Δεν είναι τόσο εύκολη η αποδόμηση τόσο της τέχνης όσο και της τεχνικής.
2. Η Αρχιτεκτονική Φωτογραφία έχει απογειωθεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα! Πως το εξηγείτε?
Ορίζεται σαν Αρχιτεκτονική η επιστήμη και η τέχνη σχεδιασμού κτηρίων και υπαίθριων χώρων με βάση τις ανθρώπινες ανάγκες και την αισθητική[7]. Είναι μια αρχαία επιστήμη που καλύπτει βασικές ανθρώπινες ανάγκες, γι αυτό και ξεκίνησε να εμφανίζεται από τους προϊστορικούς χρόνους σε αναπαραστάσεις σπηλαίων και βραχογραφίες, από την αυγή της μνήμης του ανθρώπινου είδους. Η πρώτη συστηματική καταγραφή της Αρχιτεκτονικής θεωρίας, αποδίδεται στον Βιτρούβιο με το γνωστό του σύγγραμμα[8], ενώ το μεσαιωνικό λεξικό του Σούδα αναφέρει το ρήμα «αρχιτεκτονώ»[9].
Η αρχιτεκτονική απεικόνιση με την μορφή των ανάλογων σκίτσων και σχεδίων καθώς και με την χρήση της γεωμετρικής προοπτικής, συνέβαλλε στην εξέλιξη της ίδιας της Αρχιτεκτονικής Επιστήμης. Ο λόγος είναι απλός. Η μετάδοση της εικόνας του όποιου μελλοντικού αρχιτεκτονήματος, συμβάλλει αφάνταστα στην υποστήριξη της αναγκαιότητας υλοποίησης του έργου, από την φάση της αρχικής ιδέας δηλαδή -του οράματος του μελετητή Αρχιτέκτονα- μέχρι τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες. Αυτοί οι τρόποι απεικόνισης του αρχιτεκτονικού έργου – δηλαδή το αρχιτεκτονικό γραμμικό σχέδιο- είναι μια μεταγλώσσα που χρησιμοποιούν οι επαγγελματίες αρχιτέκτονες. Ακόμα και σήμερα, στην ψηφιακή εποχή, ο φωτορεαλισμός των τρισδιάστατων μοντέλων σε υπολογιστή, εξυπηρετεί ακριβώς τον ίδιο σκοπό, μια και η δύναμη της μεταδοτικότητας της εικόνας είναι τεράστια. Στην πραγματικότητα τα φωτορεαλιστικά τρισδιάστατα μοντέλα των αρχιτεκτονημάτων σε έναν υπολογιστή είναι μια φωτογραφία από το μέλλον, ενός έργου που δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί.
Η φωτογραφία από την άλλη μεριά είναι πολύ μεταγενέστερη από την Αρχιτεκτονική. Η πρώτη ιστορική φωτογραφία που τραβήχτηκε ποτέ, του Νικηφόρου Νιέπς[10], απεικονίζει την θέα της αυλής από το παράθυρο του δωματίου του, είναι στην πραγματικότητα φωτογραφία αρχιτεκτονικής, έστω και εάν δεν απεικονίζει κάποιο ιδιαίτερο κτίριο! Μετέπειτα, το σύνολο των φωτογραφιών του Ουίλιαμ Φοξ Τάλμποτ[11] αποτελείται από φωτογραφίες κτιρίων, ενώ ο γνωστός Φρειδερίκος Έβανς[12] ήταν ένας από τους πρώτους εξειδικευμένους φωτογράφους Αρχιτεκτονικής στον κόσμο κατά τον 20ο αιώνα. Τα κτίρια είναι ακίνητα θέματα και οι πρώτες αυτές φωτογραφίες απαιτούσαν μεγάλη διάρκεια έκθεσης, συνεπώς ήταν πιο εύκολα σαν θέματα, ακόμα και από τα περίφημα οικογενειακά πορτρέτα στα στούντιο της εποχής.
Σημαντικό ρόλο στη σύνδεση Αρχιτεκτονικής και Φωτογραφίας έπαιξε ο λεγόμενος «σκοτεινός θάλαμος»[13]. Είναι μία οπτική συσκευή (ίσως το απλούστερο οπτικό όργανο) που προβάλλει το είδωλο του περιβάλλοντος χώρου σε μία οθόνη. Χρησιμοποιείται στη ζωγραφική αλλά και για ψυχαγωγία, και ήταν μία από τις εφευρέσεις που οδήγησαν στη φωτογραφία και τη φωτογραφική μηχανή. Η συσκευή αποτελείται από ένα φωτοστεγές κουτί με μία οπή στη μία πλευρά. Το φως από τα αντικείμενα του εξωτερικού περιβάλλοντος, διέρχεται μέσα από την οπή και προσπίπτει σε μία επιφάνεια στο εσωτερικό της, όπου και τα αναπαράγει. Τα αντικείμενα αποτυπώνονται ανεστραμμένα, αλλά με διατήρηση του χρώματος και της προοπτικής. Η εικόνα αυτή μπορεί να προβληθεί σε χαρτί, και στη συνέχεια να ζωγραφιστεί για να παραχθεί μια εξαιρετικά ακριβής αναπαράσταση. Η δυνατότητα χρήσης του «σκοτεινού θαλάμου» ως σχεδιαστικό βοήθημα μπορεί να ήταν γνωστό στους καλλιτέχνες ήδη από τον 15ο αιώνα[14]. Ακριβώς αυτή η διατήρηση της προοπτικής, είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της Αρχιτεκτονικής Φωτογραφίας.
Θα ορίσουμε σαν Αρχιτεκτονική Φωτογραφία, την φωτογραφία που έχει σαν αντικείμενο την καταγραφή του δομημένου περιβάλλοντος. Στα πολλά χρόνια συνύπαρξης Αρχιτεκτονικής και Φωτογραφίας η μεν Αρχιτεκτονική είναι κυρίαρχη, μια και έχει δημιουργό με αναφορά στο όνομά του ενώ η Φωτογραφία είναι ανώνυμη.
Στην Ελλάδα τώρα, οι αρχιτέκτονες χρησιμοποιούσαν τα υποδείγματα, τον τρόπο εργασίας και παρουσίασης των χωρών του εξωτερικού. Οι μεταπολεμικές εκδόσεις λειτουργούν ως μοναδικές μαρτυρίες της εξέλιξης της Αρχιτεκτονικής Φωτογραφίας στον ελλαδικό χώρο. Όταν το 1933 γίνεται στην Αθήνα το 4ο Συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων C.I.A.M.[15] που είχε ιδρυθεί το 1928, με την συμμετοχή του τότε ΣΑΔΑΣ[16], το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΤΕΕ) έβγαλε τεύχος αφιερωμένο στα επιτεύγματα της μοντέρνας ελληνικής Αρχιτεκτονικής[17]. Σε αυτό, δεν αναγράφονται τα ονόματα των φωτογράφων, ούτε και γνωρίζουμε αν ήταν ένας οι πολλοί. Διαβλέπουμε όμως μια ομοιογένεια ύφους και τεχνικής, με την οποία απεικονίζεται η αυστηρότητα και η γεωμετρική χάραξη που διέπει την μοντέρνα Αρχιτεκτονική της εποχής, σαν να είχαν δοθεί σχετικές οδηγίες στον φωτογράφο.
Να σημειώσουμε εδώ, ότι η Αρχιτεκτονική Φωτογραφία είναι πρωταγωνιστής σε όλη την εκπαιδευτική διαδικασία των επαγγελματιών Αρχιτεκτόνων. Με την μορφή ειδικών αρχιτεκτονικών εκδόσεων που περιλαμβάνουν πάντα προσεγμένες φωτογραφίες αρχιτεκτονικού έργου, δηλαδή κελυφών, περιβάλλοντος χώρου αλλά και τεχνικών κατασκευαστικών λεπτομερειών, η πληροφορία για παλαιά ή σύγχρονα έργα, επιτρέπουν στον αναγνώστη αρχιτέκτονα μελετητή να παρακολουθήσει το προς έρευνα έργο. Η Αρχιτεκτονική Φωτογραφία, χρησιμοποιείται επιπλέον σε όλα τα έργα -και κυρίως στα μεγάλα- για την καταγραφή της κατασκευαστικής διαδικασίας ανά φάση. Αυτό, πέρα από την επιστημονική τεκμηρίωση, συμβάλλει και για ασφαλιστικούς λόγους για πιθανές αποζημιώσεις σε περίπτωση αστοχίας ή φυσικής καταστροφής.
Η Αρχιτεκτονική Φωτογραφία είναι ένας άκρως εξειδικευμένος τομέας. Οι επιτυχημένοι –και αναγνωρισμένοι- επαγγελματίες φωτογράφοι που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα, συνήθως δεν ασχολούνται με άλλα είδη φωτογραφίας. Υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στον φωτογράφο αρχιτεκτονικής και τον εμπορικό φωτογράφο διαφημίσεων. Ο πρώτος πρέπει να έχει μια οπτική ευαίσθητη στην Αρχιτεκτονική. Πρέπει να γνωρίζει από πια γωνία και απόσταση πρέπει να φωτογραφίσει ένα κτίριο, πως θα προβάλλει τις ιδιαιτερότητες ενός κτίσματος, πως θα αναδείξει τα υλικά κατασκευής και ποια είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή της ημέρας για να τα επιτύχει όλα αυτά. Η Αρχιτεκτονική Φωτογραφία απαιτεί από τον φωτογράφο εκπαίδευση στην χρήση μηχανών μεγάλου φορμά με χρήση κινήσεων για διόρθωση της προοπτικής και βάθους πεδίου [18].
Ο απαιτούμενος εξοπλισμός είναι επαγγελματικός και όπως είπαμε περιλαμβάνει κυρίως τεχνική μηχανή μεγάλου φορμά με αντίστοιχους φακούς υψηλής ευκρίνειας και ψηφιακή πλάτη υψηλής ανάλυσης, εξωτερικό φωτόμετρο, όργανο θερμοκρασίας χρώματος και γυάλινα φίλτρα υψηλής ποιότητας, για να ονομάσουμε μερικά. Εναλλακτικά, ψηφιακή μονοοπτική ρεφλέξ πλήρους αισθητήρα (24*36 mm) υψηλής ανάλυσης και φυσικά ευρυγώνιους φακούς που επιτρέπουν διόρθωση προοπτικής και βάθους πεδίου. Φυσικά είναι υποχρεωτική η χρήση τριπόδου σε όλες τις περιπτώσεις. Είναι μια αργή διαδικασία μεγάλης ακρίβειας και προφανώς δεν έχει σχέση με τις φωτογραφίες που τραβάμε πηγαίνοντας για περίπατο!
Το βασικότερο βέβαια είναι η επικοινωνία με τον Αρχιτέκτονα μελετητή του κτιρίου, ώστε να μπορέσει ο φωτογράφος να καταλάβει το όραμα του συνολικού σχεδιασμού. Για να μπορέσει να το καταλάβει αυτό συνήθως ο φωτογράφος έχει μετάσχει της Αρχιτεκτονικής παιδείας. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί φωτογράφοι αρχιτεκτονικής είναι απόφοιτοι αρχιτεκτονικών σχολών.
Η καλλιτεχνική ελευθερία του φωτογράφου αρχιτεκτονικής είναι σχετικά περιορισμένη μια και ο πελάτης του, δηλαδή ο μελετητής Αρχιτέκτονας, έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις προβολής και παρουσίασης του έργου του. Αυτό όμως μπορεί -με την χρήση προγραμμάτων ψηφιακής επεξεργασίας εικόνας- να οδηγήσει και σε κάποιου είδους εξαπάτηση, και εδώ τίθεται και ένα ηθικό θέμα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται διεθνώς μια στροφή από προηγούμενη πρακτική και όλο και περισσότεροι Αρχιτέκτονες δείχνουν εμπιστοσύνη στον επαγγελματία φωτογράφο Αρχιτεκτονικής και του επιτρέπουν να κινηθεί έξω από τους αυστηρούς κανόνες της αρχιτεκτονικής φωτογραφίας, υιοθετώντας πιο καλλιτεχνική προσέγγιση.
Οι κατασκευαστικές λεπτομέρειες των κτιρίων είναι αντικείμενο της αρχιτεκτονικής φωτογραφίας και εδώ γίνεται η χρήση τηλεφακών. Η φωτογράφηση εσωτερικών απαιτεί χρήση ευρυγώνιων φακών με προσοχή στις διορθώσεις βαρελοειδών παραμορφώσεων και προοπτικής, γι’ αυτό το λόγο αποφεύγονται οι υπερευρυγώνιοι. Χρησιμοποιείται πάντα φυσικό φως και φυσικά διόρθωση της θερμοκρασίας χρώματος. Αν δεν επαρκεί το φυσικό φως, χρησιμοποιούνται απλά φώτα, που ο διαχειριστής του κτιρίου πρέπει να τα έχει προσαρμόσει σύμφωνα με τις οδηγίες του φωτογράφου, ώστε να έχουν την ίδια θερμοκρασία χρώματος. Η χρήση επαγγελματικών μονάδων φλάς γενικά να αποφεύγεται.
Θα έβαζα και την φωτογραφία αρχιτεκτονικών προπλασμάτων (μακετών) στην αρχιτεκτονική φωτογραφία. Παλαιότερα ήταν μια διαδεδομένη πρακτική στα μεγάλα έργα αυτή η μέθοδος παρουσίασης. Το πρόβλημα ήταν η χρήση εντελώς εξειδικευμένων φακών που για να αναπαραστήσουν σωστά την κλίμακα ακουμπά την τεχνική της μικροφωτογραφίας (microphotography), δηλαδή σε μεγεθύνσεις άνω του 1:1, και αυτοί οι φακοί δεν έχουν δυνατότητα προοπτικής διόρθωσης, γεγονός που δυσκολεύει την όλη διαδικασία.
Τα τελευταία χρόνια στην αρχιτεκτονική φωτογραφία γίνεται και η χρήση drones για την καταγραφή της λεγόμενης πέμπτης όψης του κτιρίου, δηλαδή της όψης από ψηλά. Αυτό έχει μεγάλη χρήση στους παραδοσιακούς οικισμούς (έχουμε περί τους 917 πανελλαδικά) κυρίως για πολεοδομικούς και περιβαλλοντικούς λόγους, αλλά και για αποτύπωση γενικότερα.
Απ’ όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η Αρχιτεκτονική Φωτογραφία (Architectural Photography) είναι μια χρονοβόρα ακριβή διαδικασία. Που χρησιμοποιείται?
Χρησιμοποιείται σε παρουσιάσεις αρχιτεκτονικών κτιριακών έργων ή διαμορφώσεις περιβάλλοντος χώρου με τεύχη (portfolios) ανά έργο. Τα μεγάλα αρχιτεκτονικά γραφεία πάντα έχουν βιβλία, ανάλογα με την εργογραφία και τον γενικότερο συνολικό προσανατολισμό του αρχιτεκτονικού γραφείου. Χρησιμοποιούνται είτε σε παρουσιάσεις σε μελλοντικούς πελάτες. Οι φωτογραφίες χρησιμοποιούνται επίσης για συμμετοχή σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς υλοποιημένου έργου οπότε η απεικόνιση πρέπει να είναι κορυφαίας ποιότητας από επαγγελματία.
Παράλληλα είναι εμπορικός κυρίως ο λόγος ανόδου της αρχιτεκτονικής φωτογραφίας λόγω της χρήσης της τόσο στην εγχώρια όσο και στην διεθνή αγορά ακινήτων, αλλά και μεγάλων επενδύσεων γενικότερα. Οι πωλήσεις και οι ενοικιάσεις ακινήτων απαιτούν οπτική πληροφορία για το ακίνητο, για επενδυτικούς λόγους. Δεν γίνεται αυτό με μια ερασιτεχνική λήψη φυσικά. Γίνεται αντιληπτό ότι όσο πιο υψηλή είναι η επένδυση, τόσο γίνονται απαιτητές οι φωτογραφίες υψηλής ποιότητας.
3. Γιατί η πλειοψηφία των ανθρώπων προτιμά τις «στημένες» φωτογραφίες.
Οι στημένες ή και σκηνοθετημένες φωτογραφίες είναι τμήμα της ουσίας της φωτογραφίας γενικότερα. Η καταγραφή της όμορφης χρονικής στιγμής, δημιουργεί αναμνήσεις που είναι εύκολο τόσο να μοιραστούν μεταξύ των ανθρώπων, να αποθηκευτούν και τέλος να ανακληθούν. Η εύκολη αναπαραγωγή αντιγράφων σήμερα στο σπίτι με έναν εκτυπωτή, η με την εύκολη αποστολή του πηγαίου αρχείου σε φιλικά πρόσωπα μέσω διαδικτύου, συναινεί σε αυτό το γεγονός. Επιπλέον η ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συναινεί στην εξάπλωση και την λήψη αυτοφωτογραφιών (selfies) από όλους τους χρήστες σε όλες τους τις δραστηριότητες. Για να έχουμε ένα μέτρο αναφοράς, το μέγεθος των φωτογραφιών που αναρτάται καθημερινά ανέρχεται σε εκατομμύρια Τerrabytes, κατ’ εκτίμηση των εξυπηρετητών (servers) του διαδικτύου.
4. Πως ωφελείται κάποιος από την ενασχόλησή του με την φωτογραφία
H φωτογραφία είναι αρχικά μια καταγραφή χρονικών στιγμών, αλλά με τον χρόνο ενασχόλησης μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε δημιουργική ενασχόληση. Συνδυάζει την τέχνη με την τεχνική και αυτό ενθαρρύνει την διαρκή αναζήτηση στην εξερεύνηση του μέσου με κάθε δυνατό τρόπο. Αυτό οδηγεί στην ανακάλυψη και την δυνατότητα καταγραφής και κατά συνέπεια στην όξυνση των αισθήσεων και της σκέψης (το λεγόμενο what if).
Ξεχωρίζω τον επαγγελματία φωτογράφο μόνο σε επίπεδο προσπορισμού από τον ενθουσιώδη ερασιτέχνη. Ο επαγγελματίας πρέπει να επιβιώσει από την εξάσκηση του επαγγέλματός του, αναλαμβάνει κάποιες ευθύνες όταν καταγράφει τις σημαντικές στιγμές των ανθρώπων κα είναι αναγκασμένος να επενδύει σε ακριβό εξοπλισμό επαγγελματικού επιπέδου. Ο ερασιτέχνης από την άλλη μπορεί να κάνει το χόμπι του ακόμα και με ένα κινητό τηλέφωνο αρχικά.
Η διαρκής αναζήτηση και η ενημέρωση τόσο σε αισθητικό όσο και σε τεχνικό επίπεδο είναι απαραίτητο να συνοδεύονται σήμερα και από την δυνατότητα χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή σε προγράμματα ψηφιακής επεξεργασίας φωτογραφιών, αρχειοθέτησης και εκτύπωσης. Καταλαβαίνουμε ότι όλα αυτά δημιουργούν ένα σύνολο απαιτήσεων που ευνοούν την παραγωγική σκέψη και την ανάπτυξη ιδιαίτερων δεξιοτήτων. Από την άλλη πλευρά η χρήση αναλογικής μηχανής με φιλμ[19], μας φέρνει σε επαφή με την όλη την διαδικασία της λήψης, δηλαδή σχεδιασμός θέματος, χειροκίνητη λήψη, εμφάνιση αρνητικού φιλμ σε σκοτεινό θάλαμο, και τέλος εκτύπωση της τελικής φωτογραφίας σε ειδικό χαρτί με μεγεθυντήρα[20] και χημικά λουτρά. Αυτή η διαδικασία απαιτεί μεν προσοχή στην χρήση των χημικών, αλλά καθορίζουμε εμείς το τελικά παραγόμενο αποτέλεσμα, με πλήρη έλεγχο στην ποιότητα και το περιεχόμενο της κάθε παραγόμενης εικόνας.
Παρ’ όλη την ψηφιακή επανάσταση στην φωτογραφία, πολλοί επιμένουν αναλογικά. Προμηθεύονται μια μεταχειρισμένη αναλογική μηχανή με φιλμ, και ακολουθούν την διαδικασία της εμφάνισης του φιλμ. Μετά είτε εκτυπώνουν τα αρνητικά εμφανίζοντας τις φωτογραφίες είτε ψηφιοποιούν το φιλμ σε σαρωτή (scanner) και επεξεργάζονται τις φωτογραφίες στον υπολογιστή. Να μην ξεχνάμε ότι φωτογραφικές μηχανές και φακοί – που πριν από τριάντα χρόνια αποτελούσαν εξαιρετικά ακριβό επαγγελματικό εξοπλισμό- μπορούν να αποκτηθούν σήμερα με χαμηλό κόστος.
Πριν λίγα χρόνια είχα πάει σε πολύ γνωστό αθηναϊκό κατάστημα φωτογραφικών ειδών για να προμηθευτώ κάποια ειδικά φιλμ. Πριν από μένα περίμεναν στην σειρά τρία νέα παιδιά που κρατούσαν στα χέρια τους παλιές μονοοπτικές ρεφλέξ μηχανές ρωσικής προέλευσης. Τι περίμεναν? Μα να τους περάσει ο καταστηματάρχης τα φιλμ που μόλις είχαν αγοράσει, γιατί δεν ήξεραν. Κατάλαβα από τα λεγόμενά τους ότι ήταν πρωτοετείς φοιτητές Αρχιτεκτονικής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου που ευρίσκεται δίπλα, και είχαν προφανώς αναλάβει να κάνουν κάποια εργασία εξαμήνου που περιλαμβάνει φωτογραφική αποτύπωση. Οι καθηγητές τους προφανώς τους καθοδήγησαν να πάρουν παλιές Zenith που δεν επιβαρύνουν οικονομικά ιδιαίτερα, δεν χαλούν εύκολα και κυρίως επειδή δεν έχουν κανενός είδους αυτοματισμό, σε καθοδηγούν αναγκαστικά να μάθεις φωτογραφία, δηλαδή χρήση φωτόμετρου, σχέση ταχύτητας, διαφράγματος και ευαισθησίας φιλμ! Αυτό το γεγονός με έκανε να θυμηθώ ότι συνέβαινε και στα φοιτητικά μου χρόνια.
Θα βάλουμε εδώ στο τέλος και την γοητευτική ενασχόληση με την φωτογραφία σαν συλλέκτης. Μπορεί να έχει διττό χαρακτήρα, είτε την συλλογή παλαιών φωτογραφιών (πχ δαγγεροτυπιών[21] ή καλοτυπιών[22]), δηλαδή φωτογραφιών που έχουν παραχθεί με παλιές μεθόδους, ή επίσης και με πιο σύγχρονες μεθόδους μετά την ανακάλυψη του φιλμ. Μπορεί να επικεντρωθούμε σε μια χρονική περίοδο, ή σε ένα θέμα ή σε ένα ιστορικό γεγονός.
Ο δεύτερος κλάδος της συλλογής είναι προφανώς η συλλογή, αλλά και η χρήση παλαιών φωτογραφικών μηχανών. Αυτές μπορούν να κοστίζουν από λίγα ευρώ μέχρι κάποιες χιλιάδες ευρώ. Πολλοί τις χρησιμοποιούν και σήμερα, αναπαράγοντας με αυτόν τον τρόπο φωτογραφικές τεχνικές λήψης και εμφάνισης παρελθόντων εποχών. Υπάρχει και η δυνατότητα κατασκευής από εμάς σήμερα γυάλινων πλακών των μηχανών στούντιο κατόπιν επάλειψης με φωτοευαίσθητα υλικά, καθώς και η μετατροπή σύγχρονων φιλμ σε παλαιά φορμά, ώστε να μπορούμε να χρησιμοποιούμε τις παλιές μηχανές! Πολλοί επίσης χρησιμοποιούν παλιούς φακούς από μονοοπτικές ρεφλέξ ή μηχανές στούντιο, σε σύγχρονα ψηφιακά σώματα. Δεν υπάρχει όριο στους πειραματισμούς και σε μικτές τεχνικές αναλογικές και ψηφιακές.
Να σημειώσουμε τελικά, ότι ένας σκοπός της φωτογραφίας είναι ο ίδιος με ένα οποιοδήποτε άλλο αποθηκευτικό μέσο. Ξεκινώντας από την στήλη του Χαμουραμπί, τον δίσκο της Ροζέτας και τους παπύρους της Νεκρής Θάλασσας, μέχρι τα σύγχρονα ψηφιακά μέσα αποθήκευσης, είναι δηλαδή η καταγραφή, η αποθήκευση και η διάδοση της πληροφορίας με μορφή εικόνας που καταγράφεται στιγμιαία ( ή η διαδοχή εικόνων στην περίπτωση καταγραφής βίντεο) σε άλλη περιοχή και χρονική περίοδο καθώς και σε άλλο άτομο, ανεξάρτητα από την αισθητική, την καλλιτεχνική αξία και το περιεχόμενο.-
[1] Σε περίπτωση χρήσης πολυζωνικού (multizone ή matrix ή evaluative) συστήματος φωτομέτρησης. Άλλα συστήματα φωτομέτρησης είναι η κεντροβαρής (center weighted), η σημειακή (spot) και η μερική (partial).
[2] Η ταχύτητα κλείστρου αναφέρεται σε χιλιοστά του δευτερολέπτου, δηλαδή 1/2000 sec ή 1/1000 sec, ή 1/500 sec. Αναγράφεται απλά σαν 2000 ή 1000 ή 500 και όχι σαν κλάσμα.
[3] Το διάφραγμα είναι ένας μηχανισμός στο εσωτερικό των φωτογραφικών φακών με κινούμενες λεπίδες που μεταβάλλουν το πραγματικό άνοιγμα του φακού. Το διάφραγμα συμβολίζεται με το γράμμα f και αναφέρεται σαν 1:4,0 ή 1:5,6 ή 1:8,0 ενώ αναγράφεται απλά σαν 4,0 ή 5,6 ή 8,00 κτλ. Τα μικρά νούμερα είναι το μεγάλο ή ανοικτό διάφραγμα ενώ τα μεγάλα νούμερα είναι το μικρό ή κλειστό διάφραγμα.
[4] Σαν ευρυγώνιοι φακοί σε μια φωτογραφική μηχανή 35mm νοούνται οι φακοί με εστιακή απόσταση από 24mm έως 35 mm. Με μικρότερη εστιακοί απόσταση δηλαδή από 15mm έως 24 ονομάζονται υπερευρυγώνιοι. Οι φακοί με εστιακή απόσταση από 45 mm έως 58 mm ονομάζονται νορμάλ, γιατί απεικονίζουν την ίδια προοπτική με το ανθρώπινο μάτι.. Με εστιακή απόσταση από 70 mm έως και 90 mm είναι οι λεγόμενοι μικροί τηλεφακοί, ενώ από 100 mm έως και 300 mm είναι οι τηλεφακοί, ενώ οι άνω των 300 mm ονομάζονται υπερτηλεφακοί.
[5] I.S.O. (International Organization for Standardization. Διεθνής οργανισμός προτύπων.
[6] J.P.E.G. = Joint Photographic Experts Group, αρκτικόλεξο
[7] Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη.
[8] Βιτρούβιος ή Μάρκος Βιτρούβιος Πολλίωνας (Marco Vitruvio Pollione) ήταν Ρωμαίος συγγραφέας, αρχιτέκτονας και μηχανικός (1ος αιώνας π.Χ.). Είναι γνωστός από την πραγματεία του περί αρχιτεκτονικής (λατ. De Αrchitectura), έργο που σήμερα αναφέρεται συνήθως με τον τίτλο «Δέκα Βιβλία Αρχιτεκτονικής».
[9] Σουίδα ή Σούδα είναι ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά λεξικά ή εγκυκλοπαίδειες το οποίο γράφτηκε τον 10ο αιώνα. Πιθανόν Σουίδας ή Σούδας να είναι το όνομα του συντάκτη του. Περιέχει 30.000 λήμματα, πολλά από τα οποία περιέχουν στοιχεία από πηγές που διαφορετικά θα είχαν χαθεί στον καιρό μας. Το λεξικό του είναι ένα από τα πολυτιμότερα έγγραφα για την ελληνική φιλολογία, την γραμματική, και τη λογοτεχνική ιστορία.
[10] Nicephore Niepce, Γάλλος ερευνητής που το 1826 κατάφερε να αποτυπώσει απευθείας σε "θετικό" την πρώτη φωτογραφία της ιστορίας, χάρη στη χρήση ενός παραγώγου του πετρελαίου. Για την αποτύπωση της φωτογραφίας αυτής απαιτήθηκε έκθεση στο φως για διάστημα οκτώ ωρών.
[11] William Fox Talbot, Άγγλος λόγιος και επιστήμονας, ο εφευρέτης της καλοτυπίας, που αργότερα ονομάστηκε ταλμποτυπία.
[12] Frederick H. Evans, Βρεττανός φωτογράφος, γνωστός για τις φωτογραφίες αρχιτεκτονικής, κυρίως βρετανικών και γαλλικών εκκλησιών.
[13] Camera Obscura (λατ.). από το camera που σημαίνει αίθουσα ή δωμάτιο και το obscura που σημαίνει σκοτεινή.
[14] Ο Λεονάρδο Ντα Βίντσι (1452-1519 μ.Χ.) περιέγραψε τον «σκοτεινό θάλαμο» στο μεγάλο δωδεκάτομο έργο του με τίτλο Codex Atlanticus, που συμπεριλαμβάνει σχέδια και κείμενα.
[15] C.I.A.M. αρκτικόλεξο (=Congres Internationaux d’Architecture Moderne) με έτος ίδρυσης το 1928.
[16] Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών, με έτος ίδρυσης το 1922, ο μετέπειτα ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ.
[17] Τεχνικά Χρονικά έτ. Β’, τ. IV, τεύχος. 44, 45, 46 σ. 996-998, [1089], Αθήναι 1933/ Τεχνικά Χρονικά, Μηνιαία Έκδοση ΤΕΕ, ανάτυπο – Αθήνα 1983.
[18] Αναφέρονται και σαν τεχνικές μηχανές ή μηχανές στούντιο.
[19] Φιλμ, εφευρέθηκε το (1884) από τον George Eastman, είχε βάση εστέρα και ήταν ορθοχρωματικό, γιατί δεν μπορούσε να καταγράψει το κόκκινο χρώμα. Τα μετέπειτα φιλμ έχουν βάση την οξική κυτταρίνη (cellulose) και είναι παγχρωματικά, δηλαδή καταγράφουν όλο το οπτικό φάσμα. Η εφεύρεση του G. Eastman οδήγησε στην ίδρυση της γνωστής εμπορικής εταιρείας με την ονομασία Kodak. Το έγχρωμο φιλμ ανακαλύφθηκε το 1935 από την Kodak, ενώ το έγχρωμο αντιστρεπτό φιλμ (slides) το 1935, πάλι από την Kodak!
[20] Μεγεθυντήρας (αγγλ. enlarger) ή απλώς εκτυπωτής φωτογραφιών είναι ειδικός προβολέας φιλμ που χρησιμοποιείται για το τύπωμα φωτογραφιών. Οι μεγεθυντήρες αποτελούνται από μια κεφαλή που περιέχει λαμπτήρα πυράκτωσης και φακό προβολής.
[21] Δαγγεροτυπία ή νταγγεροτυπία: πρώιμη φωτογραφική τεχνική που αναπτύχθηκε από τον Γάλλο Louis Daguerre (1835)
[22] Καλοτυπία ή και ταλμποτυπία αργότερα, από το όνομα του εφευρέτη της W. F. Talbot